extramarital affair - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

extramarital affair - translation to ρωσικά

SECRETIVE SEXUAL AND USUALLY ADULTEROUS RELATIONSHIP BETWEEN TWO PEOPLE
Extra-marital affair; Extramarital affairs; Extramarital affair; Sexual affair; Romantic affair; Sex affair
  • The Stolen Kiss]]'' by [[Jean-Honoré Fragonard]]

extramarital affair         

общая лексика

связь на стороне (женатого или замужней)

extramarital affair         
extramarital affair связь на стороне (женатого или замужней)
extramarital affair         
связь на стороне (женатого или замужней)

Ορισμός

affair
n.
1.
Business, concern, function, duty, office, matter, circumstance, question, subject.
2.
Event, occurrence, incident, transaction, proceeding, performance.
3.
Battle, engagement, combat, conflict, contest, encounter, rencontre, collision, skirmish, brush.

Βικιπαίδεια

Affair

An affair is a sexual relationship, romantic friendship, or passionate attachment in which at least one of its participants has a formal or informal commitment to a third person who may neither agree to such relationship nor even be aware of it.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για extramarital affair
1. Pirro also fathered a child in an extramarital affair.
2. McGreevey, who resigned after saying he had an extramarital affair with a man.
3. The film’s about an extramarital affair and we’ve had to handle it sensitively.
4. He had recently been in the news because of an extramarital affair.
5. Don Sherwood in Pennsylvania, who admitted to having an extramarital affair.
Μετάφραση του &#39extramarital affair&#39 σε Ρωσικά